Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι εξέφρασαν, ευθύς εξαρχής, την απορία τους, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να απογράψει τους δημοσίους υπαλλήλους. Η Κοινή Υπουργική Απόφαση του υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών, με βάση τον Νόμο 3845/2010, κάλεσε κάθε δημόσιο υπάλληλο ξεχωριστά να καταγραφεί με δική του ευθύνη, με τη ρητά διατυπωμένη, μάλιστα, απειλή, ότι όποιος δεν απογράφονταν θα αντιμετώπιζε την διακοπή της μισθοδοσίας του το Φθινόπωρο που θα έκανε το ντεμπούτο της η νεοσυσταθείσα Ενιαία Αρχή Πληρωμών. Το βασικό ερώτημα εστιάστηκε στο γιατί η καταγραφή δεν γίνονταν με τα στοιχεία που ήδη διέθεταν οι διευθύνσεις προσωπικού υπουργείων και άλλων φορέων του Δημοσίου. Όποιος έχει στοιχειώδη εμπειρία από τους μάγιστρους της επικοινωνιακής πολιτικής της κυβέρνησης μπορεί να διακρίνει με γυμνό οφθαλμό τις αθέατες σκοπιμότητες: Η όλη διαδικασία, με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών μας γκουβερνάντων, με τα ατελείωτα άρθρα της δημοσιογραφίας της αυλής και με το βάρος των πρόθυμων διανοουμένων της οθόνης, ερχόταν να πριμοδοτήσει, να στερεώσει και να νομιμοποιήσει έναν από τους βολικότερους αστικούς μύθους για το «διογκωμένο συγκεντρωτικό κράτος με τους άπειρους, προνομιούχους και βαριεστημένους δημοσίους υπαλλήλους», ο αριθμός των οποίων «σχετίζεται αφενός με τα δημοσιονομικά ελλείμματα αφετέρου με τις αναχρονιστικές αγκυλώσεις της κρατικής μηχανής». Στη συνείδηση της κοινής γνώμης οι δημόσιοι υπάλληλοι παρουσιάστηκαν για μια ακόμη φορά με αριστοτεχνικό τρόπο σαν «το βαρίδι στα πόδια μιας κοινωνίας και μιας οικονομίας που θέλει να προχωρήσει και δεν μπορεί». Πριν από κάθε επίθεση προηγείται η προπαγάνδα η οποία χρησιμοποιείται για να λιπάνει το έδαφος. Στόχος η συκοφάντηση του αντιπάλου, η απομόνωση του από σύμμαχες δυνάμεις, σε τέτοιο βαθμό που το θύμα να αποδεχθεί τη θυσία σα να είναι θέλημα Θεού. Να γίνει ξεκάθαρο: Η συζήτηση για το μέγεθος του δημοσίου τομέα και για την έκταση της απασχόλησης σ’ αυτόν με τους όρους που γίνεται είναι προφανές ότι λειτουργεί στην κατεύθυνση της νομιμοποίησης της ιδιωτικοποίησης και της απόσυρσης του κράτους από δραστηριότητες υπέρ των ιδιωτών. Η Ε.Ε. μανταρει, μοντάρει και τακτοποιεί Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι: Η απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων δεν αποτελεί παρά τμήμα μιας οργανωμένης επιχείρησης σε επίπεδο Ε.Ε. η οποία μοντάρεται εδώ και αρκετό καιρό και με την ευκαιρία της κρίσης επιταχύνθηκε η προσπάθεια υλοποίησής της. Αναφερόμαστε, βεβαίως, στη νέα ευρωπαϊκή στρατηγική «Ευρώπη 2020», που περιλαμβάνει στο μενού της ως πρόγευμα, την αυστηροποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας και την «οικονομική διακυβέρνηση», θέματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο των συνομιλιών στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες στις 17-18 Ιουνίου του 2010. Σε πρώτο επίπεδο το νέο μοντέλο οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης σημαίνει μεγαλύτερο έλεγχο των δημοσιονομικών και των οικονομικών πολιτικών κάθε χώρας-μέλους από τις Βρυξέλλες. Στο πλαίσιο αυτό συμφωνήθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις, όπως η εκ των προτέρων -κάθε άνοιξη, αρχής γενομένης από το 2011- αξιολόγηση σε κοινοτικό επίπεδο των σχεδίων προϋπολογισμών των κρατών - μελών πριν κατατεθούν και εγκριθούν από τα εθνικά κοινοβούλια. Στο πλαίσιο, λοιπόν, της ιδέας για «οικονομική διακυβέρνηση» της Ε.Ε. προωθούνται κατευθύνσεις για τον ορισμό ενός πλαφόν, που θα αναφέρεται στο ανώτατο όριο των υπαλλήλων (οι αμοιβές των οποίων χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό) ως ποσοστό του πληθυσμού ή του ενεργού πληθυσμού ή αλλιώς για τον ορισμό ενός πλαφόν του κρατικού προϋπολογισμού το οποίο θα εξυπηρετεί τη μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων. Ας έρθουμε τώρα στη χώρα μας για να δούμε με ποιους τρόπους υλοποιούνται οι κατευθύνσεις αυτές. Σύμφωνα με τις επιταγές του μνημονίου τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση πρέπει να παρουσιάσει έναν καινούργιο κρατικό μηχανισμό, οπωσδήποτε, εκτός των άλλων, πιο φθηνό. Το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου το 2009, πριν από την εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας, ήταν 12,5 δισ. ευρώ, από τα οποία περίπου 5 δισ. ευρώ αφορούσαν επιδόματα. με το πάγωμα των μισθών και τη μείωση δώρων και επιδομάτων, προβλέπεται μείωση της μισθολογικής δαπάνης κατά 1,1 δισ. ευρώ το 2010. Η συνολική μείωση μέχρι και το 2013 προϋπολογίζεται σε 2,7 δισ. ευρώ και κατανέμεται ως εξής: - Το 2011 η μισθολογική δαπάνη θα μειωθεί κατά 400 εκατ. ευρώ ακόμη με το ψαλίδι που έχει μπει σε δώρα και επιδόματα και 100 εκατ. ευρώ επιπλέον με την εφαρμογή του ενοποιημένου συστήματος πληρωμών. - Το 2012 το μισθολογικό κόστος πρέπει να υποχωρήσει κατά 600 εκατ. ευρώ με την περαιτέρω μείωση των προσλήψεων (κάτω και από τη σχέση μία πρόσληψη για κάθε πέντε συνταξιοδοτήσεις) και το 2013 επίσης άλλα 500 εκατ. ευρώ. - Επιπλέον 1,5 δισ. ευρώ εξοικονόμηση προβλέπεται την τριετία 2011-2013 με την εφαρμογή του «Καλλικράτη». Με όχημα το νέο μισθολόγιο Το όχημα του νέου ψαλιδίσματος των μισθών θα είναι το λεγόμενο νέο μισθολόγιο του οποίου ο κεντρικός άξονας είναι η «εξίσωση των μισθών προς τα κάτω». Σύμφωνα με το σενάριο που επεξεργάζεται η κυβέρνηση πλήθος επιδομάτων θα καταργηθεί, ενώ κάποια επιδόματα όπως είναι το κίνητρο απόδοσης ή το επίδομα εξομάλυνσης που το λαμβάνουν όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι θα ενσωματωθεί στον βασικό μισθό. Είναι αναπόφευκτο λοιπόν, ορισμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων να υποστούν σημαντικές περικοπές στις μηνιαίες αποδοχές τους, ενώ μειωμένες θα είναι οι αποδοχές και για τους νεοπροσλαμβανόμενους στο δημόσιο. Παράλληλα, πέρα από τις μετατάξεις που ήδη δρομολογούνται, η κεντρική γραμμή είναι η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων αφενός μέσω της δραστικής μείωσης των προσλήψεων αφετέρου μέσω της δρομολόγησης νέων και εκτεταμένων ιδιωτικοποιήσεων υπηρεσιών και εκχώρηση των λειτουργιών τους σε ιδιώτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο μνημόνιο προβλέπεται ότι σε κάθε πέντε παραιτήσεις - αποχωρήσεις δημοσίων υπαλλήλων θα προσλαμβάνεται ένας, ενώ η πρόβλεψη για «εξαίρεση» του τομέα της υγείας και της παιδείας μοιάζει με πικρόχολο ανέκδοτο καθώς στην παραίτηση - αποχώρηση 11.500 μονίμων εκπαιδευτικών η κυβέρνηση «απάντησε» με 2.825 όλες κι όλες προσλήψεις. Παράλληλα μεθοδεύεται η «απεμπλοκή» του Δημοσίου από μια σειρά επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και η ιδιωτικοποίηση πληθώρας ΔΕΚΟ ( Αγροτική Τράπεζα, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αεροδρόμια, λιμάνια, ΟΣΕ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΟΤΕ, ΟΠΑΠ, ΟΔΙΕ κ.ά. Εάν οι επιχειρήσεις αυτές περάσουν ολοκληρωτικά ή μερικώς έστω (ως προς το μάνατζμεντ, για παράδειγμα) στον ιδιωτικό τομέα, οι εργαζόμενοι σ΄ αυτές παύουν να θεωρούνται δημόσιοι υπάλληλοι- και άρα υπόκεινται στους κανόνες του ιδιωτικού τομέα, που προβλέπει και απολύσεις. Οι επικοινωνιολόγοι της κυβέρνησης έχουν γίνει οι καλύτεροι νονοί της πιο διεστραμμένης διαστρέβλωσης των λέξεων, των εννοιών, της γλώσσας. Η απόλυση κρύβεται πίσω από τη λέξη εξυγίανση ή εξορθολογισμός, η ιδιωτικοποίηση τμημάτων του δημοσίου τομέα καλύπτεται πίσω από τη λέξη απελευθέρωση των αγορών. Σπουδαίες, φωτεινές, ελπιδοφόρες λέξεις χρησιμοποιούνται ως παραπλανητικός επίδεσμος μιας πολιτικής που ισοπεδώνει κατακτήσεις και δικαιώματα. Παράλληλα είναι σαφές ότι η λεγόμενη απελευθέρωση των αγορών, δηλαδή το ξεπούλημα των δημοσίων οργανισμών στους ιδιώτες, πρώτα πρώτα είναι ψευδεπίγραφη (απλά αντί για ένα κρατικό μονοπώλιο έχουμε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο), δεύτερον αφορά τις πιο αποδοτικές και κερδοφόρες (ποιος άλλωστε ιδιώτης θα αγόραζε ζημιογόνες;) και τρίτον μετά την ιδιωτικοποίησή τους τα πράγματα χειροτερεύουν όσον αφορά στην προσφορά υπηρεσιών. μετά την ιδιωτικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων Ρέιλτρακ συνέβηκαν τα περισσότερα δυστυχήματα καθώς οι ιδιώτες που ανέλαβαν δεν είχαν καμιά διάθεση να επιβαρυνθούν με το κόστος του εκσυγχρονισμού του δικτύου τους. Πριν από την ιδιωτικοποίηση των ισπανικών ταχυδρομείων, ο ταχυδρόμος έφτανε μέχρι και το πιο μακρινό χωριό. Σήμερα δεν παραδίδει γράμματα σε σπίτια που δεν βρίσκονται κοντά σε κεντρικό δρόμο। Όταν κάποτε δημοσιογράφοι ρώτησαν τον πρόεδρο της γαλλικής εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας ΕDF Φρανσουά Ρουσελί αν μπορούσε να εγγυηθεί πως μετά την ιδιωτικοποίησή της οι τιμές του ηλεκτρικού θα παρέμεναν φθηνές, εκείνος είχε απαντήσει αρνητικά. Η περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας δείχνει ξεκάθαρα τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων. Οι διακοπές που κάθε τόσο βυθίζουν στο σκοτάδι το Λονδίνο, την Ιταλία ή την Καλιφόρνια εξηγούνται από την απροθυμία των ιδιωτών να επενδύσουν στην ανανέωση των δικτύων, προκειμένου να διατηρήσουν την κερδοφορία τους. http://www.koutipandoras.gr/ArticleDetail.aspx?nodeSerial=001002017&nodeId=12&articleId=3479
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου